Τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς

IMG_4381α

Μετά από σύντομη ασθένεια, προσβληθείς υπό του κορονοϊού, την πρωία της 29ης Δεκεμβρίου ε.ε., μετέστη προς Κύριον ο Σεβ. Μητροπολίτης Καστορίας Σεραφείμ.

Της εξοδίου ακολουθίας, την επομένη, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Καστορίας, ως εκπρόσωπος του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, προέστη ο Σεβ. Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός, ο οποίος εξεφώνησε και τον προσήκοντα επικήδειον, παρουσία του εκπροσώπου της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου και Τοποτηρητού της χηρευούσης Ιεράς Μητροπόλεως Σεβ. Μητροπολίτου Γρεβενών κ. Δαυίδ, του Υφυπουργού Εθνικής Αμύνης κ. Αλκιβιάδου Στεφανή, του Περιφερειάρχου Δυτικής Μακεδονίας, του Δημάρχου Καστορίας και λιγοστών προσώπων, όπως επιβάλλουν τα περιοριστικά υγειονομικά μέτρα.

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ

ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΞΟΔΙΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΝ ΤΟΥ

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΚΥΡΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Σεπτή χορεία των Αγίων Αρχιερέων,

Σεβαστοί πατέρες και αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Πενθηφόρος ομήγυρις,

 

«Τελειωθείς ἐν ὀλίγῳ ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς» (Σοφ. Σολομ. δ΄ 13)

Μόνον η πεποίθησις ότι ο θάνατος δεν αποτελεί την σκληράν κατακλείδα του επί γης βίου ημών, αλλά την πένθιμον απλώς απαρχήν μιας άλλης ζωής ουρανίου και αϊδίου, δύναται να μετριάση την όσην εκ της απωλείας προσφιλών προσώπων αισθανόμεθα εκάστοτε οδύνην, καθ’ όσον ο εις επισφράγισιν μιας αληθώς χριστιανικής ζωής επερχόμενος θάνατος είναι δια τον χριστιανόν η φυσική και ευλογημένη μετάστασις αυτού εκ των ενθένδε λυπηρών και προσκαίρων προς την αιωνίαν μακαριότητα.

Άλγος βαθύ και οδύνην βαρείαν ενεποίησεν εις το πανελλήνιον το θλιβερόν άγγελμα τῆς προς Κύριον αιφνιδίου εκδημίας του μακαριστού ήδη Μητροπολίτου Καστορίας κυρου Σεραφείμ. Ο άνθρωπος του Θεού, ο καλός και συνετός οπλίτης της παρατάξεως Κυρίου, ο πράος και ειρηνικός Ιεράρχης, ο ακάματος εργάτης του θείου Λόγου και των έργων ευποιΐας, ο φιλάγιος και χαμογελαστός Μητροπολίτης Καστορίας, «εν ακμή δυνάμεων», όλως αδοκήτως, περιβεβλημένος τον λευκόν χιτώνα τον αγγελικόν, δορυφορούμενος υπό στρατιάς ουρανίου, μετέστη εκ των προσκαίρων ίνα συναντήση τον εν Βηθλεέμ Νηπιάσαντα «ὅτι τελειωθείς ἐν ὀλίγῳ ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς» και δόκιμος εγένετο παρά Κυρίου.

Προσωπικότης με περισσήν αξίαν και εξαιρετικήν συμβολήν εις την ζωήν της Εκκλησίας  ο εκλιπών Ιεράρχης, υπήρξε στρατιώτης Χριστού, ούτινος η επί γης παρουσία απήστραπτεν ως φως πηγαίον και θερμόν, ως φως καταγγέλλον αγνότητα ψυχής και καθαρότητα συνειδήσεως. Διόπερ την μακαρίαν κοίμησιν αυτού ιδιαιτέρως αισθάνεται η Εκκλησία της Ελλάδος,  η οποία απώλεσε έναν πολύπειρον και ταλαντούχον Ιεράρχην, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος έναν συνετόν συνεργάτην και έμπιστον αδελφόν, το απορφανισθέν πλήρωμα της τοπικής Εκκλησίας τον ιεροπρεπή και συμπαθή και πρόθυμον πνευματικόν του πατέρα, ο ιερός κλήρος τον «άγγελον φύλακά» του και η Ορθοδοξία, τέλος, τον σοβαρόν γνώστην και θεματοφύλακα της μακραίωνος παραδόσεώς της.

Και μόνον το όνομα του Καστορίας Σεραφείμ ήτο εν ολόκληρον κεφάλαιον. Κεφάλαιον βαθείας εν Χριστώ πίστεως και αυτοθυσίας. Κεφάλαιον αγάπης και ανεξικακίας. Κεφάλαιον πραότητος και γλυκύτητος χαρακτήρος. Ο άνθρωπος του Θεού, ο ευγενής και καλοκάγαθος Ιεράρχης, ο προσηνής και απλούς Επίσκοπος, ήδη από της πρωΐας της χθές πορεύεται προς το Φως, το Φως της Ζωής, το Φως της χαράς και της ελπίδος, το οποίον πάντοτε ακτινοβολούσε η μακαρία μορφή του.

Ας μοι επιτραπή, το λοιπόν, ενώπιον της πενθίμου ταύτης ομηγύρεως, πριν ἤ η φιλόξενος γη της Καστορίας αποκρύψη από των οφθαλφών ημων τον αποιχόμενον Ιεράρχην, να ρίψωμεν σύντομον βλέμμα επί της λαμπράς δράσεως και σταδιοδρομίας αυτού, όπως οι ευεργετηθέντες ευγνωμόνως αναμιμνησκόμεθα πάντοτε της  μακαρίας ψυχής του και οι περιλειπόμενοι εμπνεώμεθα από το λαμπρόν παράδειγμά του.

Εις τον νούν μου, ανασκοπούντα τον βίον του αοιδίμου, αυθορμήτως έρχεται ο Ιωάννειος λόγος «αγαπάτε αλλήλους»,  καθ΄ όσον δια τον θρηνούμενον σήμερον Αρχιερέα υπήρξεν ούτος η κινητήριος δύναμις και πηγή, εξ ης ήντλει πάντοτε τας εμπνεύσεις του και ως απαράβατον αξίωμα διέπει ούτος άνευ τινός διαλείμματος η εξαιρέσεως ολόκληρον την φωτεινήν και τετιμημένην επίγειον ζωήν και σταδιοδρομίαν του.

Αλλά και δια τούτο πάντοτε και πανταχού τον συνώδευεν η ευλογία του Θεού και επεβλήθη ως εξαιρετική φυσιογνωμία, εις τήν οποίαν ευστόχως   συνηντήθησαν η βαθεία χριστιανική πίστις και η πολυμερής παιδεία, η αγάπη διά την Πατρίδα και το εκκλησιαστικόν βάθος, η αγνότης της συνειδήσεως  και η αφοσίωσις εις το καθήκον, η υγιής και σύγχρονος αντίληψις των πραγμάτων και η ευστάθεια εις τας παραδόσεις, η ταπεινοφροσύνη και το επιβάλλον μεγαλείον, η ανεπιτήδευτος φιλανθρωπία και η αγαθότης της καρδίας, η πραότης και η χριστιανική αυστηρότης.

Ασφαλώς τα περί της ζωής και των έργων αυτού θέλει αναπτύξει ο εντεταλμένος προς τούτο Γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου. Ο υποφαινόμενος φίλος από δεκαετιών και συνεργάτης του εκλιπόντος, υπόσχεται να επιχειρήση να σκιαγραφήση την πληθωρικήν εις πίστιν, εις δράσιν, εις έργα, εις εθνικόν φρόνημα, εις αγάπην προσωπικότητα του αποιχομένου Ιεράρχου. Γόνος της ευάνδρου Θεσσαλίας και ευσεβών γονέων Νικολάου και Γεωργίας, παιδιόθεν μετά ζήλου ηκολούθησεν τον εράσμιον της καρδίας του. Εσπούδασεν εις την Ριζάρειον Εκκλησιαστικήν Σχολήν, εφοίτησε εις την Ανωτέραν Εκκλησιαστικήν Σχολήν Αθηνών και έλαβε το πτυχίον της Θεολογίας εκ του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Εις την πνευματικήν του πρόοδον και την εν συνεχεία εκκλησιαστικήν του ανέλιξιν ηυμοίρησεν να έχη δύο σπουδαία ερείσματα τον γεροντά του, τον ευγενή και καλοκάγαθον Μητροπολίτην πρωην Κίτρους Αγαθόνικον και τον εν ουρανοίς επαναπαυόμενον μακαριστόν Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ, το όνομα του οποίου επαξίως έφερε και το οποίον καθημερινώς ετίμα.

Αρίστευσε παντού και διεκρίθη. Τόσον ως ιεροπρεπής, φιλακόλουθος και ακατάγνωστος εν πάσι εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Κάτω Πατησίων της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών όσον και ως φέρελπις Γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου, διακρινόμενος δια την υπομονήν και την υπακοήν προς τους ανωτέρους του, δια την οξυδέρκειαν και το ευπροσήγορον του χαρακτήρος του και την σεμνότητα του. Χηρευσάσης της Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας, άτε του εν αυτή θεοφιλώς αρχιερατεύσαντος κυρού Γρηγορίου του Γ΄, εν έτει 1996, ομοθυμαδόν η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος προσβλέπουσα εις τα χαρίσματα και το ήθος του νεαρού Γραμματέως της Ιεράς Συνόδου εξέλεξε αυτόν Επίσκοπον και Μητροπολίτην της ακριτικής μεν αλλά ιστορικής Μητροπόλεως Καστορίας, εις διαδοχήν μεγάλων προσωπικοτήτων, οίαι ο σοφός Φιλάρετος Βαφείδης και ο ηρωϊκός Μακεδονομάχος Γερμανός Καραβαγγέλης.

Αναλαβών μετά ζήλου την διαποίμανσιν του εμπιστευθέντος αυτώ φιλοχρίστου και ευγενούς ποιμνίου της Καστοριάς διεκρίθη ως Ιεράρχης αγαθός, πιστός εις τας εκκλησιαστικάς παραδόσεις, ακάματος, δι’ όλα και δι’ όλους μεριμνών και ενδιαφερόμενος, θέλγων και σαγηνεύων τους ανθρώπους, ότε μεν με το ευπροσήγορον του χαρακτήρος του, ότε δε με αυτό το αυθόρμητον του ύφους του.

Το σύνθημα της Αρχιερατικής του πολιτείας υπήρξε  πάντοτε έργω τε και λόγω και μέχρι της τελευταίας αυτού αναπνοής η στελέχωσις της Εκκλησίας, η προστασία του ιερού κλήρου, η περίθαλψις των αδυνάτων, η διακονία προς τον συνάνθρωπον. Διήλθε τον βίον του προθύμως και ολοψύχως διακονών τον συνάνθρωπον, τον γνωστόν και τον άγνωστον, ενίοτε και επί προσωπική αυτού ζημία, τον εγγύς και τον μακράν «ως υπηρέτης Χριστού και οικονόμος μυστηρίων Θεού».  Πλήθος Αρχιερέων, κληρικών και λαϊκών θα επεθύμει διάκαως κατά την ύστατην αυτήν στιγμήν να καταθέση απεριφράστως τα περί της αληθείας του λόγου και να αποτίση φόρον τιμής και δάκρυα ευγνωμοσύνης προς τον υψηλόν προστάτην και τον γλυκύτατον ευεργέτην του.

Πρώτον μέλημα του αοιδίμου Ιεράρχου άμα τη ενθρονίσει του εις την ιστορικήν ταύτην έδραν της Μητροπόλεώς του υπήρξε η γνωριμία και άμεσος επικοινωνία μετά του Ιερού Κλήρου και του λαού της κληρωθείσης αυτώ Επαρχίας. Επισκέπτεται ανελλιπώς και αλλεπαλλήλως κωμοπόλεις και χωριά και τους πλέον απομεμακρυσμένους οικισμούς, πολλάκις εν μέσω δυσκολιών εκ των καιρικών συνθηκών και του δυσπροσίτου και ορεινού της περιοχής, τελεί την Θείαν Λειτουργίαν, διδάσκει, νουθετεί εγκαινιάζει Ιερούς Ναούς, συναναστρέφεται ως φιλόστοργος πατήρ μετά των Ιερέων και του ποιμνίου του, οι οποίοι σπεύδουν προς τον Ποιμενάρχην των ίνα λάβωσι την ευλογίαν του, ίνα εκθέσωσι τα προβλήματά των, ίνα καταθέσωσι τον πόνον των και την αγωνίαν των, ίνα ζητήσωσι την συμπαράστασίν του εις την χαράν και την λύπην των, και εκείνος συγχαίρει, συμπάσχει, συμπαρίσταται, ως καλός ποιμήν «τύπος γενόμενος των πιστών εν παντί».

Επισκέπτεται οικίας πλουσίων αλλά και καλύβας πτωχών, παρηγορεί εγκαταλελειμμένους γέροντας και ορφανά, προσφέρει αφειδώς δια την ανακούφισιν του πόνου και του στεναγμού των αναξιοπαθούντων, ώστε εν τω προσώπω του αειμνήστου Ιεράρχου να πληρούται το αποστολικόν «τίς ασθενεί και ουκ εγώ ασθενώ»;

Παραλλήλως, ενδιαφερόμενος δια την τόνωσιν του θρησκευτικού συναισθήματος των φύσει ευσεβεστάτων Καστοριανών καθιερώνει λαμπράς θρησκευτικάς τελετάς κατά τας μεγάλας εορτάς και πανηγύρεις τόσον εν Καστορία και Άργει Ορεστικώ όσον και εις τα χωρία της θεοσώστου επαρχίας του, με κορυφαίαν εκδήλωσιν κατ’ έτος την ἑορτήν του Πολιούχου Καστορίας Μεγαλομάρτυρος Αγίου Μηνά.

Η Καστορία ολόκληρος γέμει βυζαντινών, μεταβυζαντινών, ιστορικών Ναών και Μονών. Φύσις φιλακόλουθος και φιλομόναχος ο πολύκλαυστος Ιεράρχης έχων βαθυτάτην συνείδησιν του πολυπλεύρου και υψηλού έργου του Επισκόπου κοπιάζει νυχθημερόν, αγωνίζεται, μοχθεί δια την συντήρησιν, την αναστήλωσιν και κυρίως την επάνδρωσιν των Ιερών Μονών με μοναστικάς αδελφότητας, ώστε αι Μοναί της Μητροπόλεως Καστορίας να αποτελούν το καύχημα και το σέμνωμα της τοπικής Εκκλησίας αλλά και τον εύδοιον λιμένα εις τον οποίον ως διψώσα έλαφος καταφεύγει ο πιστός και ευσεβής  λαός δια να αντλήση νάματα ζωηφόρα.

Δια τους κληρικούς του ο αποιχόμενος Αρχιερεύς υπήρξεν ο φιλόστοργος πατήρ, ο πρεσβύτερος αδελφός, ο αδιακόπως νουθετών, συμβουλεύων, διδάσκων δια ζωής και δια παραδείγματος, ίνα ώσι «τύπος των πιστών εν πάσι», «φως του κόσμου», «άλας της γης», ενώ παραλλήλως ερευνά, αναζητά και ανευρίσκει τους αξίους τους οποίους εν συνεχεία χειραγωγεί και χειροτονεί διά την κάλυψιν των εφημεριακών κενών της Ιεράς Μητροπόλεως.

Η εντολή του Κυρίου «βόσκε τά αρνία μου» γίνεται συνεχής λειτουργική προσευχή του αγωνιζομένου ποιμενάρχου. «Την νεότητα παιδαγώγησον». Αγκαλιάζει τα νειάτα με ειλικρίνειαν και κατανόησιν. Ποτίζει το είναι των με τους χυμούς των αθανάτων ιδανικών της Ορθοδόξου πίστεως και της Ελληνικής πατρίδος και καμινεύει το ψυχικόν των μέταλλον με το πύρ της θείας αληθείας.

Άριστος χειριστής της γραφίδος αλλά και του λόγου σπείρει συνεχώς τον θείον σπόρον ο οποίος ως ουρανόπεμπτον μάννα ψωμίζει τάς ψωχάς των ανθρώπων, ενώ παραλλήλως επανδρώνεται η Ι. Μητρόπολις με αρίστους Ιεροκήρυκας κληρικούς και λαϊκούς, ώστε να μη λείπη από καμίαν ενορίαν το θείον κήρυγμα το οποίον αναπτερώνει τας ψυχάς και πυρώνει τάς καρδίας. Και τέλος, δια να υπάρχη συνεχής πνευματική τροφή δι’ όλους τους Χριστιανούς της Μητροπόλεως Καστορίας εκδίδει το κατά πάντα ψυχωφελές περιοδικόν «ΑΓΙΟΣ ΜΗΝΑΣ».

Διήλθεν ευεργετών, προσφέρων, υποστηρίζων το δίκαιον, προστατεύων την αρετήν, εκτιμών την ικανότητα, παραμυθών τους θλιβομένους, οικτείρων και ελεών. Διήλθεν ευεργετών πάντα άνθρωπον, την πατρικήν αυτού ευλογίαν επικαλούμενον κι εις την καλοκαγαθίαν αυτού καταφεύγοντα.

Διήλθε δημιουργών, ανεγείρων, ιδρύων, διασώζων και συντηρών ναούς και μοναστήρια, ευαγή ιδρύματα, άσυλα του πόνου και κέντρα πνευματικής εργασίας δια την επιμόρφωσιν και τον καταρτισμόν των υποψηφίων κληρικών.

Πέραν όμως της εν τη λαχούση αυτώ ακριτική επαρχία αρχιερατικής φροντίδος ο Καστορίας Σεραφείμ κληθείς πολλάκις μέλος της Ιεράς Συνόδου, προθύμως παρέσχε την πολύτιμον αυτού συμβολήν και εμπειρίαν εν τω πολυευθύνω έργω της διοικήσεως της Εκκλησίας, αποβλέπων πάντοτε εις την προώθησιν  των διαφόρων εκκλησιαστικών υποθέσεων και την επιτυχή έκβασίν των, διατελέσας πρόεδρος και μέλος διαφόρων Συνοδικών Επιτροπών.

Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Καστορίας Σεραφείμ, συνελόντι ειπείν, υπήρξε από τα πρόσωπα εκείνα, τα οποία ελευθέρως εμφανίζοντα τα χαρακτηριστικά της ψυχικής των φυσιογνωμίας, δεν χρήζουν ιδιαιτέρας τινός και βαθυτέρας μελέτης προς γνώσιν και αναγνώρισιν των τυχών κεκρυμμένων πτυχών της προσωπικότητος αυτών.

Το διαυγές βλέμμα του, αι ευγενείς και εκφραστικαί γραμμαί της μορφής του, η απαλή φωνή του, οι τρόποι του καθόλου, προέδιδον τον ευαίσθητον και ευγενή άνθρωπον, η μετά του οποίου απλή και καθ’ ημέραν αναστροφή ήτο εξαιρετικώς ευχάριστος, πνευματώδης, θερμή και εποικοδομητική. Κληρικός εκ κλήσεως, σεμνός το ήθος, θερμός και ακέραιος κατά την πίστιν, πλούσιος εις ευλάβειαν, έσχε δράσιν και πορείαν εκκλησιαστική γονιμωτάτην.

Ο Καστορίας κυρός Σεραφείμ υπήρξεν κατά την έκφρασιν του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου «..ἦν ὑψηλὸς μὲν τοῖς ἔργοις, ταπεινὸς δὲ τῷ φρονήματι· καὶ τὴν μὲν ἀρετὴν ἀπρόσιτος, τὴν ἐντυχίαν δὲ καὶ λίαν εὐπρόσιτος, πρᾶος, ἀόργητος, συμπαθὴς, ἡδὺς τὸν λόγον, ἡδίων τὸν τρόπον, ἀγγελικὸς τὸ εἶδος, ἀγγελικώτερος τὴν διάνοιαν ἐπιτιμῆσαι γαληνὸς, ἐπαινέσαι παιδευτικός· καὶ μηδέτερον τῶν καλῶν τῇ ἀμετρίᾳ λυμήνασθαι, ἀλλὰ ποιῆσαι καὶ τὴν ἐπιτίμησιν πατρικὴν, καὶ τὸν ἔπαινον ἀρχικόν· μήτε τὸ ἁπαλὸν ἔκλυτον, μήτε στυφὸν τὸ αὐστηρόν· ἀλλὰ τὸ μὲν ἐπιείκειαν, τὸ δὲ φρόνησιν, καὶ φιλοσοφίαν ἀμφότερα· ἐλάχιστα μὲν λόγου διὰ τὸν τρόπον δεόμενος ἀρκοῦντα πρὸς παιδαγωγίαν». Ήδη ο πολυσέβαστος Ιεράρχης, ο ταπεινός, ο απλός, ο πλήρης ευγενείας, ο άνθρωπος πού είχε εις το στόμα του μόνον λόγους αγάπης και καλοσύνης εισήλθε εις την αιωνιότητα και ανήκει εις την Ιστορίαν.

Έπειτα από εικοσι τέσσαρις χρόνους θεοφιλούς διακονίας έφυγε από τον μάταιον αυτόν κόσμον πτωχός εις υλικά αγαθά αλλά πλούσιος εις προσφοράν, διότι καθ’ όλον τον βίον εφήρμοσε τον λόγον του Κυρίου· «Μακάριον εστιν διδόναι μάλλον ή λαμβάνειν». Η επί γης στρατευομένη Εκκλησία είναι σήμερον πτωχωτέρα και η Καστοριά αισθάνεται ορφανή. Όμως εκείνος αναπαύεται «εν χώρα ζώντων και εν σκηναίς δικαίων» εστεφανομένος με το «διάδημα του κάλλους εκ χειρός Κυρίου». Όπως εις όλους τούς εκλεκτούς του Θεού ισχύει και δι’ αυτόν ο λόγος του ιερού ψαλμωδού· «Εκοπίασεν εις τον αιώνα και ζήσεται εις τέλος, ουκ ὄψεται καταφθοράν». Η σεμνή μορφή του θα παραμένει ζώσα εις την μνήμην και την καρδίαν όλων όσοι είχαμε την ευτυχίαν να τον γνωρίσωμε, να τον αγαπήσωμε, να δεχθώμεν την ευλογίαν, την συμβουλήν, τον καλόν του λόγον, τάς ευεργεσίας της πατρικής και ειλικρινούς αγάπης του. Το παράδειγμα της ζωής του θα μας εμπνέη και θα μας φρονηματίζη. Όχι μόνον ως παράδειγμα Ιεράρχου με εξαίρετον εκκλησιαστικόν ήθος και κοινωνικήν δράσιν, αλλά και ως φωτεινόν παράδειγμα ηγέτου με ευγένειαν ψυχής, ανωτερότητα ήθους, με απλότητα αλλά και ηγεμονικόν χάρισμα, με ευρύτητα πνεύματος και ρεαλισμόν, με επιείκειαν και ανεξικακίαν, με τόλμην και φρόνησιν ανδρός με αληθινά αισθήματα, φιλαδέλφου και φιλοξένου, φιλευσπλάχνου, φιλοστόργου και φιλοπάτριδος.

Ήδη, όμως, η πλήρης αγάπης και φιλανθρωπίας καρδία του Καστορίας Σεραφείμ έπαυσε πάλλουσα. Εσίγησε το στόμα του ενθουσιώδους και δραστήριου Ιεράρχου. Εκοιμήθη και έδυσε το ευπροσήγορον φως των οφθαλμών του, το οποίον ηκτινοβόλει την χαράν και την αγνότητα της καρδίας του. Τα δημιουργικά του χέρια ακινητοποιήθησαν. Τα γλυκόφωνα χείλη του έκλεισαν προς το παρόν διά να συνεχίσουν εις τον ουρανόν τον αναστάσιμον κανόνα μετά των Δικαίων, των Αγίων και των Αγγέλων του Θεού. Και ήδη «κυκλόθεν αυτού στέφανος αδελφών ως βλάστημα κέδρου εν τω Λιβάνω και εκύκλωσαν αυτών στελέχη φοινίκων» (Σοφία Σειράχ 20, 13). Η μακαρία ψυχή του εποπτεύει ουρανόθεν εκ της θριαμβευούσης Εκκλησίας της πενθηφόρου συνάξεώς μας και ευλογεί και καταρτίζει τα πνευματικά του τέκνα. Υπέταξε τον πηλόν και τον χούν της γης και εγένετο πνεύμα μέσα εις το πολύπαθον σαρκίον του.

Ανεπαύθη εν Κυρίω.

Ήδη μετ’ ολίγον η γλυκεία μορφή του θα είναι απούσα εις ημάς έως ου συναντήσωμεν και πάλιν αυτήν εκεί όπου τελειώνει η ανθρωπίνη επικαιρότης, εκεί όπου απολαμβάνει της το ανέσπερον φως της αιωνιότητος και ακούει τον εαρινόν  πιάνα της Αναστάσεως.

«Ἠξιώθη πλείονος τῆς παρά Θεοῦ ῥοπῆς καί γάρ ὑποκείμενος ταῖς ἀνάγκαις τοῦ σώματος ἀκεραίαν τῆς ψυχῆς τήν εὐγένειαν διετήρησεν» (Ιω. Χρυσοστ.).

Προπέμποντες τον αοίδιμον Ιεράρχην εις την αιωνιότητα μετά δυσκολίας συγρατουνται τά δάκρυά της εις τάς πηγάς των, από την προσδοκίαν της κοινής Αναστάσεως και από την παρήγορον σκέψιν, ότι κατέρχεται εις τον τάφον «της σίτος ώριμος, κατά καιρόν αυτου θεριζόμενος ή ώσπερ θυμωνία άλωνος καθ’ ώραν συγκομισθείσα» κατά την κρίσιν του Κυρίου της. Πενθουμεν βεβαίως διά τον χωρισμόν, μακαρίζομεν της τον αποιχόμενον Ιεράρχην διά την εκ των λυπηρών και προσκαίρων πρός τά αιώνια και ευφρόσυνα μετάστασίν του, επισφραγίζουσαν ένα σύντομον μεν επίγειον βίον, πλήν της μεστόν χριστιανικής πραότητος, πολυμερους και αθορύβου φιλανθρωπίας, ανεπιδεικτιάστου φιλεργίας και ευγενείας ψυχής.

Αείμνηστε αδελφέ, συλλειτουργέ και φίλε,

Σύσσωμος η Εκκλησία, κλήρος και λαός, εν βαθεία συγκινήσει σε συνοδεύει και επιτάφιόν ύμνον σοι προσφέρει, συνοδεύουσα τιμητικώς την ιεράν σωρόν σου. Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, η σεπτή Ιεραρχία και τα βαρυαλγούντα πνευματικά σου τέκνα κατώδυνοι παρακολουθούσι την έκβασιν της ιεράς πορείας σου της Εκείνον τον οποίον εξ απαλών ονύχων ηγάπησεν η ευλογημένη καρδία σου και δόξαν και αίνον προσφέρουσιν Αυτώ τω ούτω σοφώς τα κατά σε οικονομήσαντι.

Τεθλιμμένοι όλοι όσοι σε εγνωρίσαμεν από εγγύς, όσοι απηλαύσαμεν της ευεργετικής αγάπης και φιλίας σου, όσοι εγεύθημεν του απείρου μεγαλείου της καρδίας σου συγκλονισμένοι σοι απονέμομεν τον ύστατον χαιρετισμόν.

Αιωνία και άληστος αυτού η μνήμη!