Εγκύκλιος Πρωτοχρονιάς 2019

 

                        Π ρ ω τ ο χ ρ ο ν ι ά    2 0 1 9

                        Ἀριθμ. Πρωτ.: 1345/13-12-2018

 Δ Α Μ Α Σ Κ Η Ν Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ, ΟΡΕΣΤΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΣΟΥΦΛΙΟΥ

ΠΡΟΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΕΠΩΝΥΜΟN ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

 

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙ Τῌ ΠΡΩΤῌ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΤΟΥΣ

                Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,

             Καθώς δρασκελίζουμε τό κατώφλι τοῦ Νέου Ἔτους αὐτό τοῦτο τό γεγονός κάθε χρόνο γίνεται μιά περιοδική πρόκληση πού μᾶς ἀναγκάζει νά βγοῦμε γιά λίγο ἀπό τόν καθημερινό λήθαργο καί νά σκεφθοῦμε τήν παροδικότητά τῆς ζωῆς. Παροδικότητα σημαίνει, πολύ ἁπλᾶ, τό ὅτι βρισκόμεθα σέ μιά «αἴθουσα ἀναμονῆς», περιμένοντας τό τραῖνο νά περάσει. Καί παρ’ ὅλο ὅτι ἡ ἐπιβίβασή ἑκάστου ἐξ ἡμῶν στό τραῖνο γίνεται σέ διαφορετικό χρόνο ἡ πραγματικότητα εἶναι μία· ὅτι κάποια στιγμή θά περάσει καί τό δικό μας τραῖνο. Αὐτός ὁ ἀδυσώπητος κανόνας μᾶς ἑνώνει ὅλους σέ ἑνός ἄλλου εἴδους συγγένεια.

            Αὐτή ἡ κατά κόσμον παροδικότητά μας δέν εἶναι ἐλάττωμα τῆς φύσεως, οὔτε ἀστοργία τοῦ Κτίστου. Εἶναι, σέ τελική ἀνάλυση, προνόμιο εὐεργετικό. Γιατί, τό νά εἶναι κάποιος θνητός σημαίνει: δέν εἶναι δεμένος οὔτε στάσιμος σέ τοῦτο τόν κόσμο, ἀλλά διερχόμενος. Ὁ διερχόμενος ἔχει ἐλευθερία κινήσεων, ἔχει δυνατότητες ἐκλογῆς, ἔχει πλοῦτο παραστάσεων καί βιωμάτων. Ὁ διερχόμενος ἔχει, πρό πάντων, προορισμό, πρός τό ὁποῖο κατευθύνεται. Ὅλες, λοιπόν, αὐτές οἱ ἱερές ἔννοιες: προορισμός, ἀποστολή, σκοπός, πορεία, τέλος, εἶναι ἄρρηκτα δεμένες μέ τήν παροδικότητά μας.

            Ἄν δέν ἤμασταν παροδικοί, ἡ ζωή μας δέν θά εἶχε προοπτική, ἀλλά θά ἦτο μία τυφλή ἀνακύκληση ἑνός ἵππου γύρω ἀπό ἕνα μαγγανοπήγαδο! Ἄν δέν ἤμασταν διερχόμενοι, δέν θά εἴχαμε προορισμό. Θά ἤμασταν στάσιμοι, θά ἤμασταν καθηλωμένοι. Κι ὅποιος δέν πορεύεται πρός τό τέλος δέν τελειοῦται ποτέ. Δέν ὁλοκληρώνεται.

            Ἄν δοῦμε ἀπό αὐτή τήν ὀπτική γωνία τήν πραγματικότητα, ἀσφαλῶς θά ἀναθεωρήσουμε κάποιες ἐσφαλμένες ἐκτιμήσεις καί θά ἐμβαθύνουμε στόν προορισμό τῆς ζωῆς, ἀφήνοντας πίσω τίς ἐφήμερες σκέψεις, πού μαρτυροῦν μονάχα ἐπιπολαιότητα. Καί συγχρόνως ἐκδηλώνουν ὀλιγοπιστία καί ἀσυγχώρητη ἀφέλεια. Ὁσάκις ὁ κόσμος ὁμιλεῖ γιά τόν χρόνο αὐτόματα πιστεύει ὅτι εἶναι ἡ κοινή μοῖρα τοῦ θνητοῦ ἀνθρώπου, καί ὁσάκις ὁμιλεῖ γιά τήν αἰωνιότητα ὅτι εἶναι τό προνόμιο τοῦ ἄχρονου Θεοῦ. Ὅμως τά πράγματα δέν εἶναι τόσο ἁπλᾶ, οὔτε μονοσήμαντα.

            Ἐνῷ ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκαν μέσα στό χρόνο καί λειτουργοῦν «ἐν  χρόνῳ», ὁ προορισμός τους εἶναι ὑπέρχρονος. Ἀντίθετα ἐνῷ ὁ ἄχρονος καί αἰώνιος Θεός εἶναι ἔξω ἀπό τούς περιορισμούς τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, πληροῖ μέ τήν πανταχοῦ παρουσία Του τό κάθε μόριο τῆς δημιουργίας καί τήν πιό ἐλάχιστη χρονική στιγμή.

            Γι’ αὐτό οὔτε ὁ Θεός εἶναι ξένος πρός τόν χρόνο – πού τόν μετατρέπει σέ καιρό, δηλαδή εὐκαιρία σωτηρίας – μήτε ὁ ἄνθρωπος ἄσχετος μέ τήν αἰωνιότητα καί τήν ἀθανασία. Καί δέν ὑπάρχει παρηγοριά μεγαλύτερη ἀπό τό νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ αἰωνιότητα δέν εἶναι ἀπρόσιτη, ἀλλά κτίζεται ἀπό ρινίσματα τῆς καθημερινότητάς μας. Τοῦτο ἐπιμαρτυρεῖ ὁ ἀδιάψευστος ὁ λόγος τῆς Γραφῆς: «ὁ κόσμος παράγεται καί ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ, ὁ δέ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τόν αἰῶνα» (Α΄ Ἰωάν. 2,17).

            Αὐτή τήν αἰώνια ἀλήθεια ἔζησαν καί οἱ ὅσιοι καί οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὡς προορισμό τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους τήν αἰωνιότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ἀγωνίσθηκαν καί γι’ αὐτό μαρτύρησαν καί ἔγιναν γιά ὅλους ἐμᾶς πρότυπο μίμησης καί φρονήματος χριστιανοπρεποῦς. Ἀνάμεσα στό νέφος τῶν ὁσίων καί ἁγίων μαρτύρων τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, φέτος προβάλλει τό μαρτύριο τῶν ὁσιάθλων καί καλλινίκων ἁγίων Ἰακώβου τοῦ νέου καί τῶν μαθητῶν αὐτοῦ Διονυσίου καί Ἰάκωβου τοῦ Διακόνου, πού πρό πεντακοσίων ἀκριβῶς ἐτῶν, ἀφοῦ μαρτύρησαν στό Διδυμότειχο τελειώθησαν τήν 1η  Νοεμβρίου 1519 στήν γειτονική μας Ἀδριανούπολη. Σεμνύνεται, λοιπόν, ὁ τόπος μας διότι ἀξιώθηκε νά εἶναι ποτισμένος ἀπό τό τίμιο αἷμα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεώς μας. Γι’ αὐτό καί ἀφιερώνουμε αὐτό τό ἔτος στή μνήμη αὐτῶν τῶν φαεινῶν ἀστέρων τῆς κατά Χριστόν ὁμολογίας, καθώς συμπληρώνονται 500 χρόνια ἀπό τό μαρτύριό τους καί ἐπικαλούμενος τίς πρεσβεῖες τους ἀπό καρδιᾶς εὐχόμεθα ὁ Χριστός νά εἶναι τό Φῶς καί ἡ Ζωή ὅλου τοῦ κόσμου.

            Διότι αὐτή ἡ ἀλήθεια τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς τῶν ἁγίων μας, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας εἶναι ὁ θεμέλιος λίθος καί ἡ ἐγγύησις γιά τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος. Στηριζόμενοι ἐπί τοῦ ἐνθέους αὐτοῦ ἤθους δυνάμεθα νά ἀντιμετωπίσουμε τίς μεγάλες προκλήσεις τοῦ παρόντος, πού δυστυχῶς ἀπειλοῦν ὄχι μόνο τό «εὖ ζῆν» ἀλλά καί αὐτό τό «ζῆν» τῆς ἀνθρωπότητος.

            Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

            ἀσπαζόμενος ἕνα ἕκαστο ἐξ ἡμῶν, ἐπί τῇ ἀνατολῇ τοῦ Νέου Ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου, ἀπό καρδιᾶς εὔχομαι ὁ δι’ ἄκραν φιλανθρωπίαν συγκαταβάς Κύριος καί Σωτήρας μας, νά χαρίζῃ σέ ὅλους σας ὑγεία, πρόοδο, εἰρήνη καί τήν πρός ἀλλήλους ἀγάπη καί νά διαφυλάττῃ τήν Ἁγία Ἐκκλησία Του ἀπό παντός πειρασμοῦ καί νά εὐλογῃ τά ἔργα τῆς διακονίας Της, γιά νά δοξάζεται τό ὑπεράγιο καί ὑπερύμνητο Ὄνομά Του.

Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί εὐλογιῶν.

† Ο ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ, ΟΡΕΣΤΙΑΔΟΣ ΚΑΊ ΣΟΥΦΛΙΟΥ  Δ Α Μ Α Σ Κ Η Ν Ο Σ